Επί Του Πιεστηρίου 13/07/15

Μερος 1

Μερος 2

Μερος 3

Μερος 4

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

Παναγιώτης Γεννηματάς: Η Ελλάδα μπρος σε εθνική επιλογή όπως το 1947.

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

Η Αλήθεια για το Νόμισμα

euro-nomisma

http://www.rizopoulospost.com/h-alhtheia-gia-to-nomisma-2/

Ο εξαιρετικώς ενδιαφέρων και διαφωτιστικότατος διάλογος περί το νόμισμα, μεταξύ του Δικηγόρου κ. Δημήτριου Τσιμπανούλη και του οικονομολόγου (PhD) κ. Σπυρίδωνος Στάλια, συνεχίζεται, με παρέμβαση -άμεση, αυτή τη φορά- του Παναγιώτη Γεννηματά, επίτιμου Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Τραπέζης Επενδύσεων.

Η παρέμβαση του κ. Γεννηματά έγινε ως σχόλιο στο facebook, κάτω από την ανάρτηση του άρθρου μου, στο οποίο περιέχεται το πρώτο μέρος του διαλόγου Στάλια-Τσιμπανούλη. Η ενέργεια αυτή, του Παναγιώτη Γεννηματά, με τιμά για άλλη μία φορά, έστω και αν -όχι για πρώτη φορά- οι απόψεις μας διίστανται! Και διίστανται όχι ως προς το σκεπτικό τους, αλλά στο «δια ταύτα». Κατά την άποψή μου, το συμπέρασμα του Παναγιώτη Γεννηματά, υπέρ του ΟΧΙ, εμμέσως πλην σαφώς διατυπωμένο στο σχόλιό του, ουδόλως τεκμαίρεται με βάση το σκεπτικό του. Η αποδοχή της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, μέσω του ΝΑΙ, ενάντια στην ευθεία επίθεση που επιχειρεί το μαυροκόκκινο μέτωπο της οπισθοδρόμησης, της μισαλλοδοξίας, των οπαδών της συνωμοσιολογίας, των σύγχρονων ησυχαστών, ασφαλώς δεν μπορεί να βρίσκει υποστήριξη από τον Παναγιώτη Γεννηματά, τον πλέον Ευρωπαίο Έλληνα! Η απέχθειά του στο παλαιό, φαύλο και ανίκανο πολιτικό σύστημα της μεταπολιτεύσεως είναι και δική μου. Όμως, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είναι οργανικό μέρος του συστήματος αυτού ενώ ΑΝ.ΕΛ. & Χ.Α. είναι τα υποπροϊόντα του. Όλοι αυτοί είναι ένα ενιαίο –λιγότερο ή περισσότερο λαϊκίστικο- κρατικοδίαιτο και κρατικολάγνο σύστημα, πλήρης αναβίωση (ή μήπως επιβίωση;) του σκοταδιστικού βυζαντινισμού, όπως καλώς ο ίδιος γνωρίζει και έχει αποδείξει με την βιβλιογραφία του.  Η ψήφος στο ΝΑΙ είναι η μόνη ικανή να οδηγήσει σε άμεσες εξελίξεις που θα οδηγήσουν στην πλήρη απαξίωση και κατάρρευση του συστήματος αυτού. Μόνο το ΝΑΙ διασφαλίζει ότι μόνο την ευρωπαϊκή θέση της χώρας, αλλά την ίδια την ύπαρξή της ως ελευθέρου κράτους, ως δημοκρατίας!!!

Παραθέτω, κατωτέρω, αυτούσια την αλληλογραφία Στάλια – Τσιμπανούλη και πάλι ως επίμετρο, το σχόλιο του Παναγιώτη Γεννηματά. Το σχόλιο αυτό προηγήθηκε των επιστολών, αλλά εννοιολογικώς, εκτιμώ ότι, πρέπει να διαβασθεί τελευταίο, ώστε να είμαστε δίκαιοι έναντι του κ. Τσιμπανούλη, οι απόψεις του οποίου πρέπει να κριθούν στην ολότητά τους.

Αγαπητέ κύριε Τσιμπανούλη, 

Οίκοθεν νοείται ότι την παλιά μας συνήθεια να μιλάμε με ειλικρίνεια και καλή πιστή δεν είναι δυνατόν να την αλλάξουμε.

 

Και για αυτό έρχομαι αμέσως στο θέμα μας.

Προχθές οι Έλληνες πήγαν στις Τράπεζες για να κάνουν αναλήψεις από τις καταθέσεις τους. Αυτό ήταν χρήμα που είχε ήδη απεικονιστεί στα λογιστικά βιβλία των Τραπεζών.

 

Όταν έγινε η κατάθεση στο παθητικό των Τραπεζών αναγράφτηκε η υποχρέωση τους προς τους καταθέτες, στον λογαριασμό  “καταθέσεις’, ενώ  στο ενεργητικό τους είχε αναγράφει η κατάθεση σε κάποιο λογαριασμό υπό τον τίτλο “αποθεματικά’, “ταμείο’, “άλλες αξίες’.

Όταν ο καταθέτης εμφανίζεται και απαιτεί την κατάθεση του από την Τράπεζα και η Τράπεζα αδυνατεί να του δώσει “χειροπιαστό χρήμα’, αυτό πρακτικά σημαίνει δύο πράγματα.

 

Ή ότι η Τράπεζα πτώχευσε ή ότι η Τράπεζα έχει έλλειψη ρευστότητας. Αν μεν συμβαίνει το πρώτο, τότε η καθαρή θέση της Τράπεζας είναι αρνητική και άρα οι καταθέσεις εξατμίζονται, και αν συμβαίνει το δεύτερο, τότε η Τράπεζα δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις αναλήψεις ή να εκκαθαρίσει τις σχέσεις της με τις άλλες Εμπορικές Τράπεζες. 

Επειδή το πρώτο δεν συνέβη, δεν έχουν πτωχεύσει οι Ελληνικές Τράπεζες, προφανώς έχει συμβεί το δεύτερο. Αλλά η Τράπεζα που “προμηθεύει” την ρευστότητα στις Τράπεζες, είναι η Κεντρική Τράπεζα. Η Κεντρική Τράπεζα λοιπόν στην περίπτωση μας, για δικούς της λόγους, αρνήθηκε να δώσει την ρευστότητα στο Τραπεζικό Σύστημα που προΐσταται, και δημιούργησε ετσι ασφυξία στην οικονομία και κοινωνική αναταραχή. Αν παρ” ελπίδα η ΕΚΤ έχει προβλήματα με τις Εμπορικές Τράπεζες της Ελλάδας, όφειλε να τα είχε λύσει από το 2010.

 

Κατά συνέπεια, εδώ δεν μιλάμε για νέο χρήμα  που πιθανότατα, όπως πολλοί ισχυρίζονται, θα ήταν “πληθωριστικό’, καίτοι έχουμε 2.000.000 ανέργους και πρωτοφανή υπανάπτυξη στην Ευρώπη, δεν μιλάμε για νέο χρήμα που θα έπρεπε να “κοπεί” για την χώρα μας, που θα ανέτρεπε την ευρωπαϊκή ισορροπία. 

 

Μιλάμε για χρήμα που ήδη υπήρχε, που κυκλοφορούσε, και επανακυκλοφορούσε μεταξύ του κράτους, των επιχειρήσεων, των νοικοκυριών με ενδιάμεσους σταθμούς της κυκλοφορίας τις Τράπεζες. Από τους σταθμούς αυτούς, ο σταθμάρχης ΕΚΤ, απαγόρευσε ο επιβάτης χρήμα να κατέβει.

 

Νομίζω ότι περιέγραψα επακριβώς πως γίνεται η διακίνηση του χρήματος.

 

Αν πράγματι την περιέγραψα καλώς, τότε οδηγούμεθα στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η ΕΚΤ οικιοθελώς δημιούργησε πρόβλημα στην Ελλάδα ως μη όφειλε, με ότι αυτό συνεπάγεται. 

Η εκτίμηση μου στο πρόσωπο σας παραμένει υψηλή 

Σπύρος Στάλιας

Αγαπητέ κύριε Στάλια,

Είδα ότι κοινοποιήσατε σε όλους όσους περιέχονται στη λίστα αποδεκτών την απάντησή σας. Επειδή τη δική μου απάντηση, που σας έστειλα χθες το βράδυ, την απέστειλα μόνο σε σας, κρίνω σκόπιμο να τοποθετηθώ, για τελευταία φορά – για να μην το παρακουράσουμε! – στην πολύ ενδιαφέρουσα θεματική, προσπαθώντας να εκθέσω με τρόπο επιστημονικό και αντικειμενικό, ελπίζω, τις απόψεις μου.

Αν ίσχυαν αυτά που λέτε, αγαπητέ κύριε Στάλια, τότε ποτέ δεν θα περιέρχονταν τράπεζες σε αφερεγγυότητα!  Η θεώρησή σας βασίζεται σε υπεραπλουστευμένες και σφαλερές παραδοχές, όπως θα προσπαθήσω να εξηγήσω:

Γνωρίζουμε όλοι ότι αν οι καταθέτες αποσύρουν μαζικά τις καταθέσεις τους (bank run), τότε κινδυνεύει και το υγιέστερο πιστωτικό ίδρυμα.  Το αν το ζήτημα που γεννάται σε μια τέτοια περίπτωση είναι απλώς θέμα ρευστότητας του πιστωτικού ιδρύματος ή και κάτι παραπάνω (επάρκειας ιδίων κεφαλαίων και, άρα, αφερεγγυότητας) κρίνεται κατά περίπτωση.  

Αν είναι απλώς θέμα ρευστότητας, τότε το πιστωτικό ίδρυμα αναζητά κεφάλαια από τη διατραπεζική αγορά. Και αν ούτε κι εκεί μπορεί να τα βρεί, έρχεται ο κεντρικός τραπεζίτης ως lender of last resort.  Η λυδία λίθος, λοιπόν, για να ξεκαθαρίσει το αν το ζήτημα είναι απλώς θέμα ρευστότητας ή επάρκειας ιδίων κεφαλαίων είναι το αν θα διαθέσει αυτά τα κεφάλαια ο κεντρικός τραπεζίτης.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν όμως, όπως εξέθεσα στην πρώτη μου επιστολή, κανόνες για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η ΕΚΤ επιτρέπεται να χρηματοδοτήσει τα πιστωτικά ιδρύματα για λόγους νομισματικής πολιτικής: Πρέπει τα πιστωτικά ιδρύματα να παράσχουν επαρκή ασφάλεια («εγγυοδοσία», collateral) στην ΕΚΤ έναντι αυτής της χρηματοδότησης. Τα περιουσιακά στοιχεία που είναι αποδεκτά («eligible») από την ΕΚΤ καθορίζονται με αποφάσεις της (βλ. π.χ. General Documentation, ECB 2011/14) και αποτιμώνται, βάσει της τρέχουσας αγοραίας αξίας τους. Η αποτίμηση μάλιστα αυτή δεν γίνεται άπαξ, όταν δίδονται για πρώτη φορά περιουσιακά στοιχεία ως ασφάλεια, αλλά σε διαρκή χρόνο, mark to market. Οι περικοπές δηλαδή που γίνονται εξαρτώνται από τους κανόνες αποτίμησης των ασφαλειών και την τρέχουσα τιμή τους.  Αναπροσαρμόζεται δηλαδή κάθε μέρα η αξίας τους και, αναλόγως, εφόσον συντρέχει περίπτωση και δεν καλύπτονται με επαρκή ασφάλεια τα χορηγηθέντα δάνεια, ζητείται από τα πιστωτικά ιδρύματα πρόσθετη ασφάλεια ή γίνονται απαιτητά χορηγηθέντα δάνεια, ενεργοποιουμένης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.

Όταν, λοιπόν, ο εκδότης ομολόγων, που έχουν δοθεί στην ΕΚΤ ως ασφάλεια, είναι στα πρόθυρα της αδυναμίας πληρωμών (βλ. αφερεγγυότητας) – όπως εν προκειμένω ο εκδότης των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου / ΟΕΔ –, είναι αυτονόητο ότι η αποτίμηση αυτών των ομολόγων θα γίνει με μεγαλύτερες περικοπές, επειδή τούτο επιβάλλεται από τους ισχύοντες κανόνες. Αυτό επηρεάζει αυτονοήτως τόσο τη ρευστότητα, όσο και τη φερεγγυότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων, που έχουν στα περιουσιακά τους στοιχεία τέτοια ομόλογα. Και όταν εκδότης των ομολόγων που έχουν δοθεί ως ασφάλεια είναι κράτος και γνωρίζει πως όλα τα εθνικά πιστωτικά ιδρύματα έχουν επενδύσει σημαντικό μέρος των διαθεσίμων τους σε κρατικά ομόλογα, οφείλει να λάβει τα παραπάνω σοβαρά υπόψη του όταν διαπραγματεύεται με τους δανειστές του. Να ξέρει δηλαδή ότι οι ενέργειες και κινήσεις του επηρεάζουν σημαντικά τη συστημική ευστάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας. Πόσο μάλλον όταν η χώρα δεν έχει δικό της νόμισμα και το εκδοτικό προνόμιο έχει εκχωρηθεί σε Κεντρική Τράπεζα της ενώσεως κρατών που συμμετέχουν στο κοινό νόμισμα και είναι ανεξάρτητη. Υπεύθυνη πολιτική σημαίνει πως γνωρίζουμε αυτές τις παραμέτρους, τις συνυπολογίζουμε και αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας, χωρίς να ρίχνουμε σε τρίτους το λίθο του αναθέματος.

Το θέμα που αποτελεί αντικείμενο της συζήτησης, αγαπητέ κύριε Στάλια, είναι το αν όφειλε ο Κεντρικός Τραπεζίτης να χορηγήσει κάτω από τέτοιες συνθήκες πρόσθετη χρηματοδότηση στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα – όπως ισχυρίζεσθε εσείς – στο πλαίσιο έκτακτων και κατ’ εξαίρεση, σε περιόδους κρίσεων, εφαρμοζομένων μηχανισμών, όπως μέσω του ELA. Μα πώς  θα μπορούσε να δώσει επιπλέον χρηματοδότηση η Κεντρική Τράπεζα στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα (γιατί αυτό είναι το ζήτημα που συζητάμε τούτη τη στιγμή και όχι η περικοπή των υφισταμένων χρηματοδοτήσεων), όταν αυτά όχι μόνον δεν έχουν νέα περιουσιακά στοιχεία να της δώσουν ως ασφάλεια, αλλά και υπάρχει κίνδυνος να υποτιμηθεί η αξία των υπαρχουσών ασφαλειών (ΟΕΔ) – πράγμα που δεν έγινε ακόμη –; 

Η Κεντρική Τράπεζα, εφαρμόζοντας ορθότατα τους κανόνες που ισχύουν για την αναπροσαρμογή σε τρέχουσες τιμές της αξίας των υφισταμένων ασφαλειών, που έχουν δώσει τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα για την ήδη παρασχεθείσα σ’ αυτά χρηματοδότηση, έλαβε υπόψη της τις νέες εξελίξεις (επικείμενη, τότε, λήξη του προγράμματος, που θα οδηγούσε, όπως και συνέβη, σε υπερημερία το Ελληνικό Δημόσιο έναντι των δανειστών του, σε πρώτη φάση έναντι του ΔΝΤ) και αρνήθηκε να αυξήσει τα δανεικά που είχε δώσει στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα και μάλιστα μέσω του ELA.

Σκεφθείτε μια επιχείρηση, έστω την επιχείρηση Α, που έχει δανειστεί από μια τράπεζα χρήματα αξίας 100 λογιστικών μονάδων και έχει παράσχει ως ασφάλεια τα ομόλογα μιας άλλης επιχείρησης, έστω της επιχείρησης Β, ονομαστικής αξίας 120 λογιστικών μονάδων, της οποίας επιχείρησης Β κάποια στιγμή επίκειται η πτώχευση, και η τρέχουσα τιμή των ομολόγων της στην αγορά φτάνει τις 60 λογιστικές μονάδες. Και σκεφθείτε την επιχείρηση Α να ζητάει και νέα δανεικά από την τράπεζα, χωρίς, όμως, να είναι σε θέση να παράσχει νέα ασφάλεια.  Θεωρείτε πως αν η τράπεζα έδινε νέα δανεικά στην επιχείρηση Α θα ενεργούσε σωφρόνως και με βάση τους κανόνες της αγοράς και δεν θα κατηγορούσε για απιστία ο εισαγγελέας τη διοίκησή της; 

Δεν μπορούμε, λοιπόν, με οικονομικά πρωτόγονες και απλοϊκές σκέψεις να επιρρίπτουμε ευθύνες και να κάνουμε ερμηνείες. Δεν αρνήθηκε η Κεντρική Τράπεζα στην περίπτωση μας «για δικούς της λόγους» να αυξήσει το δανεισμό στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αλλά αναγκάστηκε να το κάνει, λόγω των αποφάσεων που έλαβε ο ίδιος ο εκδότης των ΟΕΔ. Και ο εκδότης αυτός, το κράτος, είχε επίγνωση των συνεπειών των πράξεών του, οι οποίες συνέπειες απέρρεαν από τους υφιστάμενους κανόνες. Ο Κεντρικός Τραπεζίτης από τη Φραγκφούρτη είχε μάλιστα κατ’ επανάληψη προειδοποιήσει γι’ αυτό. Ότι δηλαδή αν η χώρα δεν είναι σε  πρόγραμμα, το γεγονός αυτό επηρεάζει την αποτίμηση των ΟΕΔ που έχουν δοθεί στην Κεντρική Τράπεζα ως ασφάλεια.  Η θεώρηση σας, ότι δηλαδή «αν παρ” ελπίδα η ΕΚΤ έχει προβλήματα με τις Εμπορικές Τράπεζες της Ελλάδας, όφειλε να τα είχε λύσει από το 2010» είναι στατική, εκτός πραγματικότητας, άσχετη και στρεβλωτική της αληθείας, αφού παραγνωρίζει την ουσία του θέματος, που εξέθεσα παραπάνω. Η τελευταία πράξη του δράματος που οδήγησε στην εξέλιξη αυτή παίχτηκε πριν από λίγες μέρες, όταν η ελληνική κυβέρνηση δήλωσε αδυναμία πληρωμής του ΔΝΤ και απεφάσισε, παράλληλα, να μην συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις και να βγεί εκτός προγράμματος. Αυτή η εξέλιξη ήταν που πυροδότησε τις γνωστές εξελίξεις και όχι παραλείψεις του Κεντρικού Τραπεζίτη από το 2010, που στο κάτω-κάτω δεν ήταν ακόμη και επόπτης.

Τα ανωτέρω δεν αναιρούν, βεβαίως, την παθολογία και τα κενά του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού, που δεν είναι άμοιρα ευθυνών για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας. Τα προβλήματα αυτά τα έχω κατ’ επανάληψη εντοπίσει και στηλιτεύσει. Ενδεικτικά αναφέρομαι στα άρθρα μου α) Το δίκαιο της εξυγίανσης και αναδιοργάνωσης των τραπεζών υπό το πρίσμα των νεοτέρων εξελίξεων στο ενωσιακό δίκαιο, που δημοσιεύθηκε στο Χρηματοπιστωτικό Δίκαιο το 2014 (σελ. 53 – 76), β) Οι ρήτρες συλλογικής δράσης του προγράμματος ανταλλαγής ομολόγων ελληνικού δημοσίου κατά το Ν 4050/2012 υπό το πρίσμα του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (Τιμητικός Τόμος Ι. Δρυλλεράκη, 2015, σελ. 303-362) και γ) European Banking Union as a response to the fragmentation of the internal market resulting from the financial and sovereign debt crisis (στο συλλογικό έργο του G. Christodoulakis, Managing Risks in the European Periphery Debt Crisis, 2015, σελ. 237-272).  Έχω τονίσει ότι είναι απαραίτητη η έξοδος από το  φαύλο κύκλο της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από τα εθνικά κράτη μέσω δανεισμού από ευρωπαϊκά κεφάλαια με αύξηση του δημόσιου χρέους. Έχω υποστηρίξει ότι η αλλαγή αυτή, σε θεσμικό ευρωπαϊκό επίπεδο, αποτελεί προϋπόθεση για τη σύγκλιση των οικονομιών των κρατών μελών της Ευρωζώνης, με τη μεταφορά πόρων από τα ισχυρότερα, επωφεληθέντα από την κρίση, στα ασθενέστερα, πληγέντα από την κρίση κράτη μέλη, και την κοινωνικοποίηση του κόστους της ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος των ευπαθών περιφερειακών οικονομιών. Και έχω υπογραμμίσει ότι η μεταρρύθμιση αυτή επιβάλλεται όχι μόνον ως μέτρο αλληλεγγύης, αλλά, στην πραγματικότητα, ως εκδήλωση της αρχής της ανακατανεμητικής δικαιοσύνης, προς υλοποίηση των θεμελιωδών αρχών των Ευρωπαϊκών Συνθηκών. Έχω, επίσης, σθεναρά επιχειρηματολογήσει υπέρ της θέσης ότι ο κατακερματισμός της εσωτερικής αγοράς τραπεζικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, που έχει προκληθεί εξ αιτίας της χρηματοοικονομικής κρίσης και της κρίσης δημοσίου χρέους κρατών μελών της Ευρωζώνης, αποτελεί σημαντικό παράγοντα διακωλυτικό της ανάπτυξης των ευπαθών οικονομιών της Ευρωζώνης, της ευημερίας των λαών και της επιχειρηματικότητας, καθώς και ότι απαιτούνται, και σε ευρωπαϊκό επίπεδο,  νέα σοβαρά θεσμικά μέτρα για την αποκατάσταση της ενιαίας αγοράς και του υγιούς ανταγωνισμού, προκειμένου να υπάρξει ανάπτυξη και επαρκής απασχόληση.  Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ληφθεί όμως τα τελευταία χρόνια αρκετά (αν και όχι επαρκή) θεσμικά μέτρα στην κατεύθυνση της αποκατάστασης αυτών των ανισορροπιών και στρεβλώσεων. Η προσπάθεια, λοιπόν, της χώρας μας, δημιουργώντας τις κατάλληλες συμμαχίες, να υποστηρίξει με σοβαρή επιχειρηματολογία, αρθρώνοντας σοβαρό λόγο και επιδεικνύοντας σοβαρές μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες στο εσωτερικό της χώρας, τη συνέχιση αυτών των μεταρρυθμίσεων αποτελεί υποχρέωση της κάθε ελληνικής κυβέρνησης.  Το να παραγνωρίζουμε όμως την πραγματικότητα και να αποδίδουμε σε άλλους τις ευθύνες που μας αναλογούν μας δεν θα μας βοηθήσει ποτέ να ορθοποδήσουμε και να προοδεύσουμε. 

Αγαπητέ κύριε Στάλια, έκρινα απαραίτητο να γράψω αυτά τα λόγια και να σας κουράσω για να τονίσω πως είναι καθήκον των ελλήνων να χαράξουμε με υπευθυνότητα την αρχιτεκτονική της πραγματικής και ουσιαστικής ανοικοδόμησης της χώρας, δημιουργώντας ένα αποτελεσματικό, ποιοτικό, λειτουργικό και παραγωγικό κράτος, που δεν θα είναι ελλειμματικό. Αυτό όμως δεν μπορούμε να το πετύχουμε με αυταπάτες, εκλογικεύσεις και εσφαλμένες αναλύσεις, παρά μόνον κοιτώντας κατάματα την πραγματικότητα, με ανάλυση των πραγματικών αιτίων της κρίσης και των προβλημάτων, με διάθεση αυτοκριτικής και όχι με υποκρισία και μετάθεση σε τρίτους των ευθυνών μας. Απαιτείται ειλικρίνεια, σοβαρότητα και υπευθυνότητα, πολλή δουλειά, συνέπεια και μέτρα πνοής, επαναστατικού χαρακτήρα, για να αναμορφώσουμε τον κρατικό μηχανισμό και τους εαυτούς μας, ώστε να μπορέσουμε να κερδίσουμε μια θέση στην Ευρώπη αντάξια του ονόματος και της ιστορίας μας.

Με  εκτίμηση,

Δημήτρης Τσιμπανούλης

 

Το σχόλιο του Παναγιώτη Γεννηματά.

Ο αγαπητότατος φίλος και στενός συνεργάτης, έγκριτος και κραταιότατος γερμανοσπουδαγμένος νομικός, Δ.Τσιμπανούλης, προηγουμένως αντέκρουσε προσφυέστατα τις οικονομικές αιτιάσεις του φίλου και άριστου κεϋνεσιανού Ph.D οικονομολόγου Σπ. Στάλια, αναλύοντας με απόλυτη ακρίβεια το ισχύον θεσμικό πλαίσιο δράσης της ΕΚΤ το οποίον και την δεσμεύει να εκδώσει κατά διακριτικήν ευχέρεια χρήμα ως δανειστής of last resort,όπως ισχύει σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης με όλες τις εθνικές τράπεζες του μάταιου τούτου κόσμου. 

Δυστυχώς τα πράγματα είναι έτσι, όπως τα επικαλείται ο άριστος γνώστης του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου Δ.Τσιμπανούλης. Δυστυχέτερον όμως, είναι αυτό ακριβώς το ισχύον θεσμικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης που σήμερα καταδεικνύεται πανηγυρικά προβληματικό.

Και με αυτό ακριβώς είναι που διαφωνεί ο εξ ίσου άριστος γνώστης της τραπεζικής οικονομικής λειτουργίας Σπ.Στάλιας: ότι ακριβώς δηλ. η ΕΚΤ δεν είναι ολοκληρωμένη κεντρική τράπεζα του ευρωπαϊκού πολιτειακού οικοδομήματος γιατί αυτό απαιτεί η ίδια η ιδεολογική σύλληψη του ευρωπαϊκού νομισματικού πλαισίου. Η συγκεκριμένη δομή της ΟΝΕ, ως μη «αρίστης νομισματικής ζώνης», πόρρω απέχει από την θεσμική ολοκλήρωση του οικοδομήματος με αντισταθμιστικούς μηχανισμούς διαχείρισης ασυμμετρικών κρίσεων, τις οποίες το ίδιο το ανάπηρο ως σήμερα σύστημα κατά τα άλλα ενθαρρύνει και με τον τρόπο του «πριμοδοτεί».

Πάντα ταύτα ήσαν βεβαίως γνωστά από αμνημονεύτων χρόνων (1961) για τις νομισματικές ενώσεις εν γένει, αλλά τα παραμερίσαμε στον κρίσιμο χρόνο της ελληνικής ένταξης στο ευρώ από συγγνωστή τότε φιλευρωπαϊκή πολιτική αισιοδοξία. Το ίδιο ίσχυσε για όλους βεβαίως τους εταίρους και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Ιδού όμως που οι Εριννύες την κρίσιμη ώρα της οικονομικής αλήθειας ενεργοποιούνται. Το μέγεθος του σημερινού ευρωπαϊκού θεσμικού ελλείμματος αναδεικνύεται ανάγλυφα και κραυγαλέα. Θα το πληρώσει η Ελλάδα αμαχητί επειδή άλλοι εταίροι μονομερώς ευνοούνται από την ηθελημένη (από ορισμένους) συστημική ατέλεια; Βεβαίως ναι, αν ο ελληνικός λαός το αποδεχτεί. Ο Σπ. Στάλιας όμως διαφωνεί. Και κανείς βεβαίως δεν δικαιούται περί αυτού να τον μηκτυρίζει…

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

KONTRA CHANNEL – ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ – 02/03/15

ΜΕΡΟΣ 1

ΜΕΡΟΣ 2

ΜΕΡΟΣ 4

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ GRESHAM ΙΣΧΥΕΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ;

aristoΤΙ ΛΕΕΙ ΕΠ’ΑΥΤΟΥ Ο ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ……

Ο sir Thomas Gresham (1519-1579) ήταν χρηματομεσίτης της βασίλισσας Ελισάβετ στην Αμβέρσα της Φλάνδρας.  Στην ιστορία όμως έχει μείνει γνωστός για τη διατύπωση μιας νομισματικής “αρχής”  σύμφωνα με την οποίαν “το κακό χρήμα διώχνει το καλό”. Ο κανόνας αυτός κατά τον άγγλο χρηματομεσίτη σημαίνει ότι σε περίπτωση που σε μιαν αγορά κυκλοφορούν δύο ή περισσότερα νομίσματα (η συρροή αυτή ήταν μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα συνηθισμένη νομισματική κατάσταση), εκείνο το νόμισμα του οποίου ο εκδότης  είχε νοθεύσει τη μεταλλική του βάση, σε σχέση πάντοτε με τις υποτιθέμενες προδιαγραφές του αρχικού του κράματος,  εκτοπίζει τελικά από την κυκλοφορία το άλλο ή τα άλλα ανόθευτα χρυσά ή αργυρά νομίσματα και επικρατεί ως τρέχον νόμισμα στις συναλλαγές. Το παράδοξο αυτό συμβαίνει γιατί οι συναλλασσόμενοι, αντιλαμβανόμενοι ότι η νόθευση του ενός νομίσματος  υποδηλώνει και αφερεγγυότητα του εκδότη,  σπεύδουν να αποθησαυρίσουν το “καλό” νόμισμα ως αποθεματικό.

Τα πράγματα βέβαια δεν είναι ακριβώς έτσι. Συνήθως η πραγματικότητα είναι μάλλον αντίστροφη και η αρχή του Gresham έχει επιστημονικά διορθωθεί. Η διαπίστωσή του όμως δεν ήταν ανακριβής. Την ίδια αρχή λέγεται ότι είχε διατυπώσει και ο αστρονόμος Κοπέρνικος αλλά και παλαιότεροι οικονομικοί σχολιαστές. Εκείνο που είναι όμως εντυπωσιακό είναι ότι την ισχύ αυτού του κανόνα γνώριζαν και οι αρχαίοι έλληνες! Επ’ αυτού έχουμε τη μαρτυρία του φοβερού Αριστοφάνη, ο οποίος στους “Βατράχους” του (στίχοι 720-738) την επικαλείται ως εμπειρικά σε όλους γνωστή, για να παραλληλίσει όμως σαρκαστικά με την αλήθεια της την πλησμονή του πολιτικού σώματος της αρχαίας Αθήνας μετά τον Περικλή με αναξιόπιστους και ευτελείς πολιτικούς, η παρουσία των οποίων επεσκίαζε τελικά στην πολιτική ζωή της  πόλης του  την παρουσία και βαρύτητα των χρηστών και εναρέτων πολιτών της. Λέγει λοιπόν ο φοβερός Αριστοφάνης:

……. Κορυφαίος του χορού: Το ίδιο που παθαίνει η πόλη με το νόμισμα, το ίδιο πράγμα κάνει και με τους πολίτες της, τους καλούς και τους κακούς. Τα παληά νομίσματά μας, τα γνήσια και όχι τα κάλπικα, που πιο ωραία,  όπως   όλοι το γνωρίζουν, δεν υπάρχουν πουθενά, που η κοπή τους είναι σωστή και που περνούν ακόμα και στις χώρες των βαρβάρων και παντού όπου κυκλοφορούν έλληνες, εμείς δεν τα χρησιμοποιούμε.  Αντίθετα, χρησιμοποιούμε μόνο τα  χάλκινα που κόπηκαν τελευταία και είναι πολύ κακοκομμένα. Έτσι και με τους πολίτες, όσους είναι καλοαναθρεμμένοι και φρόνιμοι και δίκαιοι και καλοί και αγαθοί και έχουν μεγαλώσει στις παλαίστρες (για να είναι ανδρείοι) και και έχουν μουσική παιδεία, αυτούς τους προπηλακίζουμε και αντί γι’ αυτούς προτιμάμε σε όλα τα αξιώματα τους κίβδηλους και τους ξένους και αυτούς που βάφουν τα μαλλιά τους (!), τους αχρείους και τα παιδιά αχρείων (!)  που ήρθαν πρόσφατα στην πόλη και που η πόλη στα παληά (καλά) χρόνια δεν θα τους ήθελε ούτε για τους καθαρμούς (καθάρματα), αυτούς χρησιμοποιούμε εύκολα και ανεξέταστα. Αλλά ανόητοι, καιρός είναι να αλλάξετε μυαλά και να προτιμήσετε και πάλι τους χρηστούς πολίτες. Και αν πετύχετε έτσι καλλίτερο αποτέλεσμα, αυτό θα θεωρηθεί φυσικό.  Αλλά κι αν ατυχήσετε, τότε όλοι οι σοφοί θα θεωρήσουν ότι έντιμα χάσατε τη μάχη… (μετάφραση δική μου).

Το ιστορικό γεγονός που δίνει αφορμή στον Αριστοφάνη να σαρκάσει τις κακές πολιτικές επιλογές των συμπολιτών του ήταν η νόθευση του αθηναϊκού νομίσματος κατά τα μέσα του Πελοποννησιακού Πολέμου με χαλκό, γιατί ο χρυσός που μέχρι τότε φυλασσόταν στην Ακρόπολη δεν επαρκούσε για να χρηματοδοτήσουν τις ανάγκες του πολέμου. Η πρακτική αυτή είχε την εφαρμογή της και στα τέλη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και στο Βυζάντιο αλλά και στους νεότερους ευρωπαϊκούς χρόνους. Ο δαιμόνιος όμως ποιητής  χρησιμοποίησε την αναφορά στην επίκαιρη οικονομική εμπειρία της πόλης του για να ασκήσει την καυστική πολιτική κριτική του. Η σάτιρά του μερικά απέδωσε. Ο Αριστοφάνης στεφανώθηκε με στέφανο ελαίας. Η Αθήνα δεν γλύτωσε όμως την καταστροφή….

Οι αρχαίοι μας μιλούν ακόμα. Εμείς, όπως και οι συμπολίτες του μεγάλου σατιρικού ποιητή, δεν εννοούμε να τους ακούσουμε. Δεν εννοούμε γενικώς. Έτσι στη σημερινή οδυνηρή οικονομική συγκυρία του τόπου μας, συγκυρία για την οποίαν υπάρχουν ξεκάθαρες πολιτικές ευθύνες, δεν εννοούμε να επιλέξουμε πολιτικό προσωπικό ικανό να αντιμετωπίσει  έντιμα και αποτελεσματικά την δραματική ιστορική καμπή. Αρκούμαστε στην επιλογή των τυχαίων και αφερέγγυων, ως εάν ήσαν απλώς “κυαμευτοί” (κληρωτοί). Δεν είναι περίεργο λοιπόν που οι τυχόντες, οι ευάρεστοι, οι “πρόσφατοι” και αυτοί που “βάφουν τα μαλλιά τους” (υπό οποιανδήποτε έννοια) αδυνατούν να επαναφέρουν τον τόπο στην αξιοπρεπή πορεία. Και απομακρύνουν από την πολιτική αυτούς που θα μπορούσαν να επιφέρουν την ανατροπή…

Αχ, Αριστοφάνη, πόσο μακρυά έκοβε το μάτι και η γλώσσα σου…..

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

THN ANAΓΚΗΝ ΦΙΛΟΤΙΜΙΑΝ ΠΟΙΗΣΟΜΕΝ…

Το ευρύ λαϊκομετωπικό σχήμα που προέκυψε από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου με την σύμπραξη του ΣΥΡΙΖΑ με στοιχεία της εθνικολαϊκής δεξιάς αποτελεί ασφαλώς ιδιότυπο κυβερνητικό συνασπισμό που για πολλούς θα φαντάζει για καιρό ως εξαμβλωματική πολιτική τερατογονία.

Το παράδοξον του σχήματος δεν πρέπει όμως να εκληφθεί ως κατ’ ανάγκην πολιτικά ανίσχυρο και θνησιγενές. Η πραγματική του ισχύς και αντοχή ίσως ξεπερνάει την φαινομενική ασυμβατότητα των δύο απρόσμενων συνεταίρων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ απετόλμησε μια κυβέρνηση εμπλουτισμένη με αρκετά μετριοπαθή εξωκομματικά στελέχη του ευρύτερου κεντροαριστερού χώρου. Οι ΑΝΕΛ απ’ την πλευρά τους διαθέτουν αντιπροσωπευτική ικανότητα πολύ ευρύτερη από το εκλογικό ποσοστό που τους κράτησε στη βουλή. Και τούτο γιατί κατά βάθος εκπροσωπούν ακέραιο τον σκληρό πυρήνα της εθνικοπατριωτικής παραδοσιακής δεξιάς, από τον οποίον και έχουν φυγοκεντριστεί. Η ιδεολογική επικοινωνία τους με το κύριο σώμα της συντήρησης που από αδρανή κομματικό πατριωτισμό παρέμεινε στη Ν.Δ. πρέπει να θεωρείται δεδομένη.

Αντιπροσωπευτικά ως εκ τούτου το νέο κυβερνητικό σχήμα πρέπει να θεωρείται ισχυρό. Η αδυναμία του συνίσταται αλλού:

Στην ελλειπτική προπαρασκευή για την έμπρακτη υποστήριξη των ελπίδων που προεκλογικά έχει καλλιεργήσει. Στην αδυναμία ικανοποιητικής αύριο ανταπόκρισης στην έκρηξη των λαϊκών προσδοκιών.

Η επιμελής προετοιμασία και τα ολοκληρωμένα προγράμματα δεν είναι δυστυχώς ο κανόνας στην ελληνική πολιτική ζωή. Αν εξαιρέσει κανείς τον μεθοδικότερο Κ. Σημίτη, κανένας πρωθυπουργός της μεταπολίτευσης, μηδέ του Α. Παπανδρέου εξαιρουμένου, δεν υπήρξε επαρκώς (μερικοί ούτε καν στοιχειωδώς) προετοιμασμένοι για το έργο που φιλοδοξούσαν να αναλάβουν. Η ελαφρότητα αυτή της πολιτικής ευθύνης από το 2004 και μετά έχει οδηγήσει τη χώρα στη σημερινή της περιπέτεια.

Το σημερινό κυβερνητικό σχήμα έχει εκ των πραγμάτωνεπιφορτιστεί με τεράστιο φορτίο εθνικής ευθύνης. Ας μην σπεύσουμε όμως να το καταδικάσουμε εκ των προτέρων με βάση την προεκλογική αερολογία στην οποίαν αρέσκονται όλα τα ελληνικά κόμματα ούτε με το απλό face control των νέων πρωταγωνιστών. Ελάχιστοι ασφαλώς έχουν δώσει ικανοποιητικά δείγματα γραφής σε κάποιους συγκεκριμένους χώρους κοινωνικών ή πολιτικών επιδόσεων. Δεν ωφελεί όμως η εκ των προτέρων καταδίκη.

Η νέα κυβέρνηση, συμπαθής σε πολλούς ή μη, είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας των λεγομένων “συστημικών κομμάτων” να ανταποκριθούν στις δραματικές περιστάσεις όπου από τη δική τους ανεπάρκεια η χώρα έχει οδηγηθεί. Ο λαός τα απέβαλε προχτές από το προσκήνιο με αγανάκτηση και αποστροφή. Μέχρις ότου όμως ο ευρύτερος χώρος των υψηλότερων ευρωπαϊκών απαιτήσεων κατορθώσει να ανασυγκροτηθεί από τα ερείπια και να αρθρώσει ανανεωμένο και αξιόπιστο πολιτικό λόγο, η ειλικρινής συνύπαρξη με τους νέους κυβερνήτες είναι υποχρεωτική. Αυτοί εκπροσωπούν πλέον την Ελλάδα. Την στιγμήν αυτή η αναγκαιότητα εθνικής επιβίωσης επιβάλλει περισυλλογή. Και καθιστά υψηλή προτεραιότητα την ανασυγκρότηση της πολιτικής μας ενδοχώρας.

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ

Το αποψινό αποτέλεσμα εκπέμπει ισχυρό μήνυμα πολιτικού συναγερμού προς την Ευρώπη. Ενισχύει και ενθαρρύνει το πανευρωπαϊκό δίκτυο αμφισβήτησης απέναντι σε μια άγονη και αντιευρωπαϊκή πολιτική υφεσιακής προσαρμογής και καλεί το ευρωπαϊκό διευθυντήριο να επανεκτιμήσει τον τρόπο με τον οποίο προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της υπερχρέωσης και να διασφαλίσει το ευρώ.

Ο νικητής των χτεσινών εκλογών καλείται να διαχειριστεί τις ευθύνες που ανέλαβε μέσα και έξω από την Ελλάδα με τόλμη και ρεαλισμό. Στην εθνική αποστολή που αναλαμβάνει θα έχει τη στήριξη όλων των δημοκρατικών δυνάμεων που ειλικρινά επιθυμούν την αποκατάσταση της εθνικής αξιοπρέπειας και συμμερίζονται υψηλούς εκσυγχρονιστικούς στόχους. Αναγκαία όμως προϋπόθεση για την ολοκληρωμένη επιτυχία της προσπάθειας είναι η άμεση αναμόρφωση του εσωτερικού πολιτικού σκηνικού. Η λαϊκή εντολή δεν αφορά αποκλειστικά τον νικητή αλλά ανοίγει το δρόμο για μια συνολικά νέα μεταπολίτευση.

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

EKΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ

11Το Σάββατο προ των εκλογών δεν είναι κατάλληλη στιγμή για λόγιες οικονομικές αναλύσεις. Οι αναγνώστες είναι συγκεντρωμένοι στην πολιτική αγωνία τους, ο καθένας για δικούς του νομιζόμενους λόγους. Όλοι όμως οι λόγοι πηγάζουν σήμερα από μια κοινή κοίτη ανησυχίας: το οικονομικό μέλλον του τόπου μας που είναι για όλους μας σήμερα περισσότερο από ποτέ συνδεδεμένο με την προσωπική και οικογενειακή τύχη του καθενός.

Οι αυριανές εκλογές δικαιολογούν όντως την αγωνία. Αν και από καιρό αναμενόμενες, δεν βρίσκουν ωστόσο κανέναν από τους διεκδικητές της εξουσίας επαρκώς προετοιμασμένο για να προσφέρει την ευχάριστη μετεκλογική έκπληξη. Η απερχόμενη συγκυβέρνηση έχει εμφανώς από μηνών εξαντλήσει τα όρια των διαχειριστικών της δυνατοτήτων και δείχνει να απέρχεται σε ιστορικό αναρρωτήριο. Ο νέος πολιτικός πόλος, γύρω από τον οποίον δείχνει να σχηματίζεται αύριο μια νέα πολυσυλλεκτική πλειοψηφία δεν έχει κατορθώσει ακόμα να οργανώσει πειστικά το μήνυμα της ελπίδας. Η αυτοδυναμία του σκοντάφτει ακόμη στην αμφιβολία. Αν επομένως στις 26 του μηνός ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συγκεντρώσει την απαιτούμενη  κυβερνητική πλειοψηφία πρέπει να ξέρει ότι ο ελληνικός λαός τον επιλέγει από αγανάκτηση και απογοήτευση απέναντι στην ανικανότητα των λεγομένων ως χτες  «συστημικών» κομμάτων να επιτύχουν αποτελέσματα  που να δικαιώνουν το κόστος των θυσιών.

Εκείνο που οι ψηφοφόροι βλέπουν στο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ είναι απλώς η μαχητικότερη διάθεση αντίστασης απέναντι σε μια πανευρωπαϊκά επιβαλλόμενη πολιτική δημοσιονομικής προσαρμογής, από την επιτυχία της οποίας είναι πλέον πεπεισμένοι ότι δεν εξαρτάται η επανεκκίνηση της ανάπτυξης και της ανακουφιστικής για όλους αντιστροφής. Η λαϊκή πλειοψηφία έχει πειστεί ότι οι δυνάμεις που εξακολουθούν να υποστηρίζουν  τη  κατεστημένη «ορθόδοξη»   αντίληψη για το ευρώ δεν είναι σε θέση να προσφέρουν στους λαούς καλλίτερη προοπτική. Ιδού λοιπόν η απαρχή ενός προσθέτου αδιεξόδου.

Η πολιτική που οι δανειστές επιμένουν να προωθούν για την υπέρβαση των προβλημάτων της υπερχρέωσης στις πιο εύθραυστες ευρωπαϊκές οικονομίες καθημερινά συνομολογείται και από τις δυο πλευρές του Ατλαντικού ότι δεν υπόσχεται επανενεργοποίηση της αναπτυξιακής διαδικασίας. Η προσπάθεια να επιβληθεί ταυτόχρονα και διά μέσου του εκβιασμού των χρεών ένα κοινό για όλους πρότυπο ανταγωνιστικότητας  και δημοσιονομικής «υπευθυνότητας» μέσα σε μιαν ενιαία νομισματική ζώνη βαθαίνει περισσότερο την ύφεση και απομακρύνει απλώς από το επιθυμητό. Η απεγνωσμένη επιδίωξη ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, η συρρίκνωση των κρατικών δραστηριοτήτων, η απελευθέρωση των αγορών στην υπηρεσία των χρηματοπιστωτικών κερδοσκοπικών προτεραιοτήτων,  η συμπίεση του κόστους εργασίας σε επίπεδα τριτοκοσμικής «ανταγωνιστικότητας»  και η ισοπέδωση του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας στο βωμό ενός σκληρού αντιπληθωριστικού νομίσματος ισοδυναμούν πρακτικά με την κατάργηση του μεταπολεμικού κεκτημένου ευημερίας που στην ιστορία και την συνείδηση των ευρωπαϊκών λαών έχει ταυτιστεί με την μεταπολεμική ολοκλήρωση των αξιών του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Όταν οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου  προσελκύστηκαν στο ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα αυτό το κοινό ευρωπαϊκό όραμα πίστεψαν ότι υιοθετούν. Η εφαρμοζόμενη τώρα πολιτική έρχεται αδυσώπητα να τους διαψεύσει.

Η Ελλάδα υπήρξε εξ αρχής ο αδύνατος κρίκος της ευρωπαϊκής αλυσίδας. Χώρα οριακής ευρωπαϊκής ταυτότητας, με πρότυπα ζωής και εργασίας  διαφορετικά, με διαχειριστική αντίληψη πολύ απόμακρη από το τεχνοοικονομικό πρότυπο της βόρειας Ευρώπης, ήταν πολύ φυσικό, υποκείμενη στην αδράνεια των ιστορικών παραδόσεων,  να προηγηθεί στη συσσώρευση των χρεών αλλά και στην έκρηξη των παγίων διαρθρωτικών αδυναμιών της, εν όσω μάλιστα η προληπτική ευρωπαϊκή κεντρική επιτήρηση των περιφερειακών διαχειριστικών παρεκκλίσεων δεν στάθηκε θεσμικά αποτελεσματική. Η  ασκούμενη τα τελευταία πέντε έτη σκληρή δημοσιονομική καταστολή  οδηγεί σήμερα τη χώρα μας σε μια τρίτη πολιτική «αριστεία»: Στα πρωτεία στην οικονομική και κοινωνική αμφισβήτηση του ακολουθούμενου προτύπου δημοσιονομικής προσαρμογής. Και αυτή ακριβώς η ελληνική πρωτιά είναι για ολόκληρη την Ευρώπη εξαιρετικά σημαντική και ανησυχητική.

Το σημερινό δίλημμα για την Ευρώπη και για όσους πρωτίστως καθορίζουν τις   αμφισβητούμενες τύχες της είναι μεγάλο. Εάν μια διογκούμενη αριστερή πλειοψηφία στην Ελλάδα, παρακολουθούμενη εκ του σύνεγγυς από τον ευρωπαϊκό νεοφασισμό, αντιμετωπιστεί από το ευρωπαϊκό διευθυντήριο με κατανόηση, στα πλαίσια μιας πολιτικής οικονομικοκοινωνικού κατευνασμού, και αν αυτή προικοδοτηθεί έστω απρόθυμα με κάποιες οικονομικές παραχωρήσεις που θα ισοδυναμούν με διαπραγματευτική δικαίωση, διακινδυνεύεται η ενθάρρυνση ενός πολύ επικίνδυνου παραδείγματος για ολόκληρη την Ευρώπη. Τον προσεχή Νοέμβριο έχει εκλογές η Ισπανία, ενώ η κυρία Μαρί Λεπέν στη Γαλλία καιροφυλακτεί. Αν αντίθετα μια πιθανή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπιστεί εξ αρχής με πατερναλιστική αλαζονεία και φαιό γερμανοπροτεσταντικό διδακτισμό, δεν αποκλείεται η Ελλάδα να οδηγηθεί σε χρηματοπιστωτική ασφυξία που θα καταστήσει το από μακρού αναμενόμενο GREXIT εκ των πραγμάτων αναπόφευκτο. Το πιθανό κόστος μιας ελληνικής εξόδου από το ευρώ δεν εκτιμάται όμως εντελώς αμελητέο. Έχουμε ομιλήσει περί αυτού σε προηγούμενη επιφυλλίδα.

Δεν είναι λοιπόν μόνον ο ελληνικός λαός και οι έλληνες ψηφοφόροι που αντιμετωπίζουν αύριο διλήμματα. Φαίνεται πιθανότερο ότι από την ερχόμενη Δευτέρα 26  ολόκληρη η Ευρώπη  θα βασανίζεται με αυτά.  Στην πολιτική ποτέ τα πράγματα δεν είναι απολύτως ελεγχόμενα.  Είναι σαφές ότι ο γερμανικός έλεγχος στην πειθαρχία μιας απρόσφορης πανευρωπαϊκής προσαρμογής σταδιακά έχει διαβρωθεί. Ο Μάριο Ντράγκι από τα χειριστήρια της ΕΚΤ έχει έμπρακτα προηγηθεί στην αμφισβήτηση αυτή. Στο όνομα όμως μιας βιώσιμης Ευρώπης με μια διαφορετική νομισματική πολιτική η αμφισβήτηση αυτή αξίζει να κλιμακωθεί και ολοκληρωθεί.

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ ΜΟΝΟ Η ΔΙΑΓΡΑΦΗ…

Όσο αντιπολιτευτικά κι αν θέλει κάποιος να το δει, είναι πολύ δύσκολο να αρνηθεί ότι η εμφανής προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ στην διακυβέρνηση έχει ασκήσει από αρκετό καιρό καταλυτική επίδραση στη ζύμωση των απόψεων για την υπέρβαση του προβλήματος των χρεών στην Ευρωζώνη. Η μικρή, αδύναμη και υπερχρεωμένη Ελλάδα, για την Ευρώπη διαχρονικός από γεννησιμιού της πονοκέφαλος,  γίνεται για μια ακόμη φορά αντικείμενο και αφορμή αναζωπύρωσης ενός διευρυμένου  διαλόγου για μια πιο εύκαμπτη αντιμετώπιση των ευρωπαϊκών χρεών.
Μπορεί, όπως ισχυρίζονται πολλοί, η Ευρωζώνη να είναι σήμερα πολύ καλλίτερα προπαρασκευασμένη για την αντιμετώπιση μιας κρίσης υποτροπής της χρέωσης σε ένα μέλος της απ’ ότι ήταν το 2010. Μπορεί όντως να έχουν ωριμάσει στους κόλπους της απόψεις και μηχανισμοί για την ασφαλέστερη απορρόφηση των κραδασμών από ένα και πάλι πιθανολογούμενο  ελληνικό GREXIT, σε σχέση πάντα με το 2010. Αλλά και το ελληνικό χρέος είναι σήμερα πολλαπλάσιο, όπως επίσης πολλαπλάσιο είναι και το χρέος της Ιταλίας και της Γαλλίας. Επιπλέον η ύφεση έχει από καιρό εγκατασταθεί στην οικονομία της Ευρωζώνης χωρίς να προβλέπεται ότι σε ορατό χρόνο θα αποχωρήσει. Υπό τους όρους αυτούς είναι σαφές ότι και από τις δύο πλευρές του διαπραγματευτικού τραπεζιού οι παλληκαρισμοί δεν έχουν και τόσα πολλά  περιθώρια επιτυχίας.
Η ελληνική οικονομία και το δημόσιο χρέος της θα ξαναγίνουν λοιπόν αντικείμενο πειραματικής χρηματοπιστωτικής μηχανικής (financial engineering). Kαι κατά τους σοβαρότερους οικονομικούς αναλυτές το ζήτημα δεν είναι και τόσο δύσκολο να καταλήξει σε ευρύτερα αποδεκτή ρύθμιση. Χωρίς μάλιστα να χρειαστεί κινδυνεύσουν οι μάσκες και τα εκατέρωθεν προσχήματα. Το ζήτημα όμως δεν εξαντλείται εκεί. Ίσα-ίσα, εκεί είναι το σημείο που αρχίζει.
Όλοι όσοι τον τελευταίο χρόνο αναδύθησαν ξαφνικά ως οι γενναιόδωροι συνήγοροι μιας  περαιτέρω αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους (όπως αυτό διογκώθηκε από το 2011 και μετά  χάρη στις πανικόβλητες γενναιοδωρίες των μνημονίων), μετακινούν ταυτόχρονα τον φωτισμό, από τις τεχνικές δυσχέρειες και τις «επαχθείς» συνέπειες μιας πιθανής μερικής διαγραφής  επί των υπολοίπων ευρωπαίων φορολογουμένων στην αναγκαιότητα εντατικοποίησης των προσαρμοστικών μεταρρυθμίσεων που πρέπει απαραίτητα να  συνοδεύουν τη νέα αναδιάρθρωση των χρεών.
Το εν λόγω πακέτο των σχετικών μεταρρυθμίσεων  είναι από το 2010 δεδομένο. Στην πραγματικότητα η δέσμη των συγκεκριμένων υποχρεώσεων είναι, τόσο για την Ελλάδα όσο και για τα άλλα  από τότε υποψήφια μέλη της ΟΝΕ, στο μεγαλύτερο μέρος της δεδομένη ήδη από το 1992. Αν οι προβλέψεις του αρχικού εκείνου προγράμματος σύγκλισης είχαν συστηματικότερα από το 1992  υλοποιηθεί, το πιθανότερο είναι ότι η Ελλάδα  δεν θα ευρίσκονταν σήμερα σε τόσο δεινή χρηματοπιστωτική θέση. Τουλάχιστον σε ότι αφορά την ελλειμματικότητα της δημοσιονομικής διαχείρισης και το ονομαστικό μέγεθος του χρέους. Η συστηματικότερη κατανομή της ατζέντας του λεγόμενου «εκσυγχρονισμού» σε μακρύτερη χρονική διάρκεια θα είχε υποτίθεται ενισχύσει προσαρμοστικά την ανταγωνιστικότητα και θα είχε εγκαταστήσει αποτελεσματικότερους διαχειριστικούς μηχανισμούς.
Με την ίδια και πάλι λογική, από το 2010 μέχρι σήμερα, διάστημα κατά το οποίο η Ελλάδα έχει εξαναγκαστεί από τους δανειστές σε αυστηρά αστυνομευόμενη δημοσιονομική πειθαρχία, το μεγαλύτερο μέρος των «επιτακτικά» αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που συνοδεύουν την έκτακτη πιστωτική στήριξη από μέρους των δανειστών, εμφανώς  συνεχίζει να καρκινοβατεί.
Όλοι όσοι ιδεολογικά δεν ανήκουμε στην «αριστερά»,  ως πρώτον υπαίτιο των σχετικών και, κατά την άποψή μας, ζημιογόνων καθυστερήσεων συνηθίζουμε να αιτιόμαστε τις κυβερνήσεις των κομμάτων που διαχειρίστηκαν την  ευρωπαϊκή προσαρμογή από το 1992  μέχρι και το 2014. Αναμφισβήτητα οι πολιτικές ευθύνες τους  είναι σοβαρές. Η σωρευτική όμως επίκληση των συγκεκριμένων ευθυνών έχει συσκοτίσει την πραγματική φύση των εκκρεμών μεταρρυθμίσεων.  Η φύση τους, που  η αριστερά συνηθίζει να τη στιγματίζει  ως «αντιλαϊκή», είναι άραγε και διασφαλισμένα «αναπτυξιακή»;
Ξέρω ότι με τις διερωτήσεις αυτές ανοίγω ένα τεράστιο πολιτικό ζήτημα που δεν μπορεί να εξαντληθεί σε μιαν  επιφυλλίδα. ‘Ένα ζήτημα όμως που,  είτε η αναδιάρθρωση ευοδωθεί ανώδυνα είτε όχι,  θα συνεχίσει να μένει ανοιχτό επί πολύ. Γιατί σε τελευταία ανάλυση  υπερβαίνει τα όρια της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής «νοσηρής» ιδιαιτερότητας, υπερβαίνει ακόμη και τα όρια της Ευρωζώνης καθ’ εαυτής και επεκτείνεται στη φύση και στην ουσία  της ίδιας της Πολιτικής. Σε τοπικό, περιφερειακό αλλά και παγκόσμιο μάλιστα επίπεδο.
Χωρίς περιστροφές και περιττές επεξηγήσεις, η φύση των συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων που πιστεύεται ότι θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα των ασθενέστερων οικονομιών της Ευρωζώνης θέτουν επί τραπέζης το κατά πολλούς σπουδαιότερο ερώτημα, ποιο είναι τέλος πάντων το υποκείμενο της σημερινής  πολιτικής: Είναι οι λαοί και τα κράτη που «δημοκρατικά» διαχειρίζονται τις τύχες και τις αξίες τους ή μια νεοφασίζουσα  χρηματοπιστωτική δικτατορία που ρυθμίζει αυθαίρετα τους κανόνες του διεθνούς οικονομικού ανταγωνισμού;  Παραμένουν τα κράτη-έθνη και οι περιφερειακές ενώσεις τους οι κυρίαρχοι ρυθμιστές του παιγνιδιού ή  έχουν  εκχωρήσει τις ρυθμιστικές ευθύνες τους στις εξ αυτού και λεγόμενες  «ελεύθερες» αγορές του κεφαλαίου;
Αλλά θα συνεχίσουμε μετά τις εκλογές. Γιατί το ζήτημα αυτό προφανώς τις υπερβαίνει…..

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized

Nα μην υποστείλουμε την ευρωπαϊκή σημαία………

      Όσοι ζήσαμε από το 1974 την πορεία της Ελλάδας προς την Ευρώπη και ταυτίσαμε τη ζωή μας μ’αυτή τη σύγχρονη νεοελληνική Μεγάλη Ιδέα, ζούμε από το 2010 μια υπερφορτισμένη ψυχική ζωή. Στη δεκαετία του ’90 δοθήκαμε στην προσπάθεια για την ένταξη στην ΟΝΕ με πάθος και υψηλές φιλοδοξίες που υπερκάλυψαν τις όποιες τεχνικές μας επιφυλάξεις για την απόλυτη ορθότητα της επιλογής. Προσωπικά σ’ όλο το διάστημα της θητείας μου στην ΕΤΕπ (1994-2000) δεν έπαψα να επισημαίνω σε άρθρα, συνεντεύξεις και ομιλίες μου, μαζί με τις αισιόδοξες προσδοκίες που καλλιεργούσαμε όλοι για την ένταξη, και τις σκοτεινές οικονομικές πλευρές του εγχειρήματος. Την αθέατη δηλαδή τότε όψη της νομισματικής σελήνης…Το κέρδος μου από τον ζηλωτικό εκείνο διαφωτισμό της ελληνικής κοινωνίας υπήρξε το μίσος του τότε πρωθυπουργού και των εύκαμπτων συνεργατών του προς το πρόσωπό μου που τολμούσε να ασκεί αντιπολίτευση στο μονοδιάστατο τότε εμπόριο της ευρωπαϊκής αισιοδοξίας και του succes story εκείνης της εποχής…Δυστυχώς μόνον εγώ, και το τονίζω: μόνον εγώ από τους μη αριστερούς και τους επαγγελματίες αντιευρωπαϊστές της εποχής έξω από την κυβέρνηση και ένας ακόμα, μέσα σ’αυτήν,  τολμούσαν να το αμφισβητούν..Να ομιλούν δηλαδή για την ανεπαρκή προετοιμασία ενώ ο τότε διοικητής της Τ.Ε διαβεβαίωνε τον πρωθυπουργό ότι όλα βαίνουν καλώς…. Ειδικός γαρ στην ΄τεχνοκρατική οσφυοκαμψία!!!!! ¨Όσο για την τότε αξιωματική αντιπολίτευση, το κόμμα δηλαδή που είχε βάλει την Ελλάδα στην ΕΟΚ το 1981, ουδείς ετόλμησε να αντιτάξει συγκροτημένη ένσταση για τον χειρισμό της διαδικασίας προπαρασκευής. Φιλολογικό μόνο φιλευρωπαϊσμό και κατά τα άλλα απόλυτη αμηχανία.
Η αγωνία μας σήμερα, όλων όσων βάλαμε ψυχή για την ΟΝΕ,  γίνεται πιστεύω κατανοητή. Αγωνιούμε για ένα σκοτεινό άμεσο μέλλον, ασχέτως εκλογικού αποτελέσματος, όταν βλέπουμε τον βαθύ πολιτικό προβληματισμό όλων των κομμάτων για την ποιοτική στελέχωση των συνδυασμών!!! Αλλοίμονο, η προηγούμενη δεν θα είναι δυστυχώς  η χειρότερη στην ιστορία ελληνική βουλή….Η επόμενη υπόσχεται να την ξεπεράσει…..Ο κατήφορος δεν έχει καταπώς φαίνεται αναστροφή…………
Από τη φωτογραφία του 1995 με τον ουσιαστικό μαιευτήρα του σημερινού ευρώ, τότε υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας (1989-1998) και φίλο μου από το 1979 Τέο Βάϊγκελ που δημοσιεύω σήμερα αναδύονται  γλυκόπικρες αναμνήσεις. Ο βαυαρός πολιτικός, αν και φίλος της χώρας μας, όπως κάθε μορφωμένος γερμανός, δεν ήταν ιδιαίτερα θετικός για την ελληνική συμμετοχή. Δεν πίστευε ότι η χώρα μας θα εκπληρώσει μέχρι το τέλος τα κριτήρια και είχε γενικότερες επιφυλάξεις για την αξιοπιστία των όποιων αποτελεσμάτων. Η γερμανική στάση άλλαξε αισθητά το 1998, όταν υπουργός οικονομικών στην νέα κυβέρνηση Γκέχαρντ Σραίντερ ανέλαβε ο  ρηνανός Χανς Αϊχελ. Η Ελλάδα επέτυχε έτσι το 2000 το μεγάλο στρατηγικό στόχο της ένταξης στην ΟΝΕ. Για να τον προδώσει όμως στη συνέχεια σταδιακά,μέχρι το 2009, προς θλιβερή δικαίωση του Τέο Βάϊγκελ……
Απευθύνομαι σήμερα σε όλους τους φίλους με ειλικρινή πόνο ψυχής: Παιδιά, ανεξαρτήτως εκλογικού αποτελέσματος, να μην υποστείλουμε την ευρωπαϊκή σημαία..Όσο στενόχωρο και αν είναι το σκληρό ευρώ, η Ελλάδα αξίζει να πολεμήσει για να γίνει μια πιο μάχιμη ευρωπαϊκή χώρα μέσα σε μια νομισματικά λιγότερο άκαμπτη Ευρώπη………..

Σχολιάστε

Filed under Uncategorized